μεταθετος

μεταθετος
    μετάθετος
    μετά-θετος
    2
    изменчивый, переменчивый
    

(ἥ τύχη Polyb.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "μεταθετος" в других словарях:

  • μετάθετος — μετάθετος, ον (Α) [μετατίθημι] αυτός που μεταβάλλεται εύκολα, ευμετάβολος («μεταθετός ἐστιν ἡ τύχη», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μετα* + θετός, με αναβιβασμό τού τόνου λόγω συνθέσεως] …   Dictionary of Greek

  • μεταθετός — ή, ό 1. αυτός που μπορεί να μετατεθεί 2. το ουδ. ως ουσ. το μεταθετό α) η δυνατότητα μετάθεσης β) μουσικό όργανο που έχει κατασκευαστεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να παράγει άλλο ήχο από εκείνον που αναλογεί στον γραμμένο φθόγγο γ) (καν. δίκ.) η… …   Dictionary of Greek

  • μεταθετός — ή, ό αυτός που μπορεί να μετατεθεί: Οι αξιωματικοί του στρατού είναι μεταθετοί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μεταθετό — το βλ. μεταθετός …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»